Ο Στέφανος Τσιτσιπάς γεννήθηκε στις 12 Αυγούστου του 1998 στην Αθήνα και μεγάλωσε στο ξενοδοχειακό συγκρότημα του Αστέρα Βουλιαγμένης, όπου δούλευαν οι γονείς του ως εκπαιδευτές τένις.
Έρχεται από οικογένεια αθλητών, μιας κι εκτός από τον πατέρα του, Απόστολο Τσιτσιπά, που είναι προπονητής κι εκπαιδευόμενος από Ελλάδα και Αυστρία, και τη μητέρα του, Γιούλα Σαλνίκοβα, που υπήρξε σημαντική τενίστρια και μέλος της εθνικής ομάδας της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, τόσο η θεία όσο και ο παππούς του ήταν επαγγελματίες αθλητές. Η θεία του ήταν τενίστρια και μέλος της ίδιας ομάδας με τη μητέρα του και ο παππούς του, Σεργκέι Σάλνικοφ, ήταν σοβιετικός ποδοσφαιριστής και μάνατζερ.
Η οικονομική στήριξη της θείας του
Η αρχή της προσπάθειας του να γίνει τενίστας δεν ήταν εύκολη. Κάθε άλλο. Η οικογένεια δεν είχε τα απαιτούμενα χρήματα για να υποστηρίξει το όνειρο του μικρού Στέφανου. Και όμως βρήκε στήριξη. Από την θεία του.
«Υπήρχαν και οικονομικά προβλήματα. Το κόστος των ταξιδιών είναι πολύ μεγάλο, και δεν υπήρχε στήριξη από την ομοσπονδία (σ.σ. αντισφαίρισης) ή κάποιον άλλον φορέα. Ευτυχώς, η αδελφή της μητέρας μου μπόρεσε να μας βοηθήσει, κάτι για το οποίο είμαι πολύ ευγνώμων», είχε δηλώσει σε μια άλλη συνέντευξη του.
Η θυσία του πατέρα του
Αργότερα ο πατέρας του, ο Απόστολος Τσιτσιπάς, παραιτήθηκε από τη δουλειά όταν ο Στέφανος ήταν 12 ετών και έγινε προπονητής του, συνοδεύοντάς τον στις διεθνείς του εμφανίσεις. «Το ότι τον είχα μαζί μου με βοήθησε πολύ, θα ήταν πολύ πιο δύσκολο να ταξιδεύω με κάποιον άγνωστο» είχε αναφέρει ο Στέφανος. Τα χρόνια πέρασαν και έγινε πια επαγγελματίας τενίστας διεθνούς βεληνεκούς. Στις 31 Οκτωβρίου 2016 μπαίνει για πρώτη φορά στο «top-200» της παγκόσμιας κατάταξης. Από το νο 313 πηγαίνει στο νο 200. Μέσα σε 11 μήνες ανεβαίνει 483 θέσεις.
Η συμβουλή της μητέρας του
Η μόνη συμβουλή που έδωσε ποτέ η μαμά του στον Τσιτσιπά ήταν να μη χάσει το πάθος του. «Εγώ δεν ήμουν τόσο παθιασμένη με το σπορ και ήξερα πόσο σημαντικό θα ήταν για το παιχνίδι του και την καριέρα του, να κάνει ό,τι μπορεί να διατηρήσει την τρέλα που είχε. Κατά τα φαινόμενα, τη διατηρεί, ενώ βάζει στα θετικά του πάθους που έχει τα ταξίδια που κάνει, ενόσω ασχολείται με αυτό που αγαπά, παρέα με τον πατέρα του και προς ένα στόχο».