Με την έναρξη των μεταγραφικών κινήσεων στην Ευρώπη αρχίσαμε να έχουμε κινητικότητα και στις ομάδες της χώρας μας. Παρότι, ακόμα, η διεξαγωγή των πρωταθλημάτων, ιδιαίτερα της Basket League, είναι αβέβαιη, οι ομάδες ανακοινώνουν μεταγραφές παικτών. Παρατηρώντας τις μεταγραφικές κινήσεις στην Ελλάδα και τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες γίνεται αντιληπτό ότι κινούμαστε σαν χώρα σε εντελώς λάθος κατεύθυνση. Αφορμή αυτού του κειμένου είναι δύο μεταγραφές στο ισπανικό πρωτάθλημα που θα πρέπει να μας προβληματίσουν.
Η πρώτη αφορά την μετακίνηση του Carlos Alocen στη Real Madrid. Ο διεθνής (με τις ομάδες U16, U18 και εσχάτως της Εθνικής Ανδρών της Ισπανίας) point guard είχε υπογράψει με τη Real Madrid στο τέλος της σεζόν 2018-2019 και παρέμεινε στη Zaragoza με μορφή δανεισμού. Τις σεζόν 2018-2019 και 2019-2020 αναδείχθηκε καλύτερος νέος παίκτης της ACB. Η νέα σεζόν θα τον βρει στο ρόστερ της Real Madrid, λογικά, ως αναπληρωματικό πλειμεικερ. Η ισπανική ομάδα είναι έτοιμη να αξιοποιήσει έναν νεαρό (20 ετών), ιδιαίτερα ταλαντούχο παίκτη, δίνοντας του την ευκαιρία να εξελιχθεί ακόμα περισσότερο και, ενδεχομένως, να ηγηθεί στο μέλλον. Παράλληλα, αποφάσισαν να παραχωρήσουν με μορφή δανεισμού τον, κατά ένα χρόνο νεότερο (γεννημένο το 2001), Mario Nakic στην Filou Oostende με σκοπό να παίξει παιχνίδια, να έχει μεγαλύτερο ρόλο από αυτόν που θα είχε στην Real και να εξελιχθεί ώστε να επιστρέψει έτοιμος να στελεχώσει το ρόστερ της.
Η δεύτερη αφορά την μεταγραφή του Jaime Pradilla από την Zaragoza στην Valencia. Ο διεθνής, με τις μικρές εθνικές ομάδες της Ισπανίας, Forward/Center φέτος αγωνίστηκε τόσο στην LEB ORO με την Quesos Cerrato de Palencia όσο και στην ACB με την Zaragoza. Πλέον και αυτός καλείται να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός club που προσπαθεί να κατακτήσει τίτλους και να διακριθεί τόσο στο ισπανικό πρωτάθλημα οσο και στην Ευρώπη.
Αυτές οι δύο μεταγραφές είναι απλά παραδείγματα για το πως σχεδιάζουν οι ομάδες τα ρόστερ τους, όχι μόνο για την επερχόμενη σεζόν, αλλά σε βάθος χρόνων. Δεν διστάζουν να υπογράψουν παίκτες και να τους αφήσουν στις ομάδες που αγωνίζονταν ή τους ανέδειξαν, γιατί γνωρίζουν ότι είναι σημαντικό για ένα νεαρό παίκτη α) να παίζει και να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, β)η προπόνηση και η αγωνιστική προσαρμογή σε μια φιλοσοφία βοηθάει στην νοητική ανάπτυξη του παίκτη πριν περάσει σε υψηλότερο, πιο απαιτητικό (πνευματικά), επίπεδο και γ)η σταθερότητα του περιβάλλοντος της ομάδας για μεγάλο χρονικό διάστημα βοηθάει στην ψυχολογική ανάπτυξη και σταθερότητα του παίκτη και κατά συνέπεια σε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Και δεν είναι μόνο η Ισπανία που ακολουθεί αυτό το μοντέλο. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αναπτυγμένες ή αναπτυσσόμενες μπασκετικά, οι ομάδες δίνουν την δυνατότητα στους νεαρούς, ταλαντούχους παίκτες να δείξουν τις δυνατότητες τους σε ομάδες μικρότερου βεληνεκούς πριν τους υπογράψουν. Το τελευταίο μεταγραφικό απόκτημα της πανάκριβης Armani Milano,για παράδειγμα, o point guard Davide Moretti (22 χρονών) έδωσε τα διαπιστευτήρια του με την Universo Treviso Basket στην Serie A2 Basket, όταν σε ηλικία 18 ετών αναδείχθηκε καλύτερος παίκτης κάτω των 22 ετών στην κατηγορία, με εξαιρετική στατιστική (12.6 πόντους, 2.3 ασίστ και 0.9 κλεψίματα ανά παιχνίδι). Στην συνέχεια αγωνίστηκε για 3 χρόνια στο NCAA για λογαριασμό του Texas Tech και πλέον είναι έτοιμος να συμβάλλει και αυτός ώστε η ομάδα του να πετύχει τους στόχους της.
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα
Στον αντίποδα στην χώρα μας βιαζόμαστε να φτάσουμε από το Α στο Ω, χωρίς να έχουμε καταλάβει ότι για να έχει σημασία ο τελικός προορισμός, δηλαδή το ανώτατο επίπεδο που μπορεί να παίξει ο κάθε παίκτης, πρέπει να έχει περάσει από όλα τα απαραίτητα στάδια. Τα τελευταία χρόνια η πλειονότητα των ”ταλαντούχων” νεαρών παικτών δεν έχει καμία αγωνιστική ανάμειξη με τα Εθνικά πρωταθλήματα, δηλαδή Α2,Β και Γ Εθνική. Από τα 16 αποφασίζουν να ενταχθούν σε παιδικά-εφηβικά μεγάλων ομάδων απλά και μόνο για να προπονούνται με τις ανδρικές ομάδες και να συμπληρώνουν όταν υπάρχουν ελλείψεις. Αποτέλεσμα αυτής της απόφασης είναι να παίζουν κάθε Τρίτη βράδυ αγώνες άνευ ουσίας και ανταγωνισμού, καθώς οι αντίστοιχοι συνομήλικοι τους υστερούν σωματικά. Αντίθετα οι αντίστοιχοι συνομήλικοι τους στην Γερμανία, την Λετονία, την Ιταλία, την Γαλλία κλπ ανταγωνίζονται με άντρες άνω των 25 στις αντίστοιχες Εθνικές κατηγορίες και είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν όταν τους δοθεί η ευκαιρία από ομάδα μεγαλύτερης κατηγορίας.
Οι υπεύθυνοι
Στο φαινόμενο αυτό, βέβαια, την λιγότερη ευθύνη έχουν οι νεαροί αθλητές. Τα παιδιά αυτά προσπαθούν να ακολουθήσουν το όνειρο τους και να πετύχουν τους στόχους τους. Οι υπόλοιποι, όμως, που αποτελούν τον πυρήνα του αθλητικού κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των γονέων, προπονητών, παραγόντων κλπ., φέρουν τεράστια ευθύνη για την υποβάθμιση των δυνατοτήτων των νεαρών αυτών αθλητών. Αθλητών που στην ηλικία των 16 πολιορκούνται από μάνατζερ, ομάδες, δημοσιογράφους, που τυγχάνουν μεγάλης προβολής, που ‘’φορτώνονται’ προσδοκίες που δεν έχουν την υποδομή να υποστηρίξουν και που στα 19 περνάνε στα αζήτητα ή απλά καταλήγουν να συμπληρώνουν το ρόστερ των ομάδων, επειδή είναι Έλληνες και αγωνίζονται σε ελληνικές ομάδες που είναι υποχρεωμένες να έχουν συγκεκριμένο αριθμό γηγενών παικτών.
Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι οι νεαροί αθλητές της χώρας μας δεν υστερούν σε τίποτα από τους αντίστοιχους Ευρωπαίους συνομηλίκους τους, όσον αφορά το πρωτογενές ταλέντο τους. Υστερούν, όμως, στη λήψη σωστών αποφάσεων και στην υπομονή που χρειάζεται ώστε να πετύχουν σιγά σιγά τους στόχους τους. Εξάλλου η αθλητική καριέρα μπορεί να μοιάζει με σπριντ, λόγω της προσδόκιμης διάρκειας της, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένας δρόμος αντοχής και υπομονής, που κερδίζεται σιγά σιγά και σε βάθος χρόνου. Όταν αυτό γίνει αντιληπτό από όλους μας, τότε οι αθλητές μας θα είναι έτοιμοι να στελεχώνουν επάξια και να πρωταγωνιστήσουν στις ομάδες μας που θα συμμετέχουν στις μεγάλες Ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Και φυσικά να φτάσουν στο πραγματικό τους potential.
Γιώργος Σουλιώτης: Head coach στη SISU Basketball